Μείωση της τάξης του 3% παρουσίασε η τιμή του ρεύματος για τα νοικοκυριά στη χώρα μας τον Ιούνιο σε σχέση με τον Μάιο, σύμφωνα με τη μηνιαία ανάλυση της ΗΕΡΙ που παρακολουθεί την εξέλιξη των τελικών τιμών , συμπεριλαμβανομένων φόρων και τελών χρήσης δικτύων, του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου, για τα νοικοκυριά, σε 33 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου ΤΤF, που αποτελεί το δείκτη αναφοράς για τις τιμές του αερίου και κατ’ επέκταση του ηλεκτρισμού έχει οδηγήσει σε μεγάλη αποκλιμάκωση και των τιμών λιανικής τους τελευταίους μήνες.
Στην Αθήνα, - και σε όλη την Ελλάδα, δεδομένου ότι οι τιμές είναι ενιαίες σε όλη τη χώρα- τον Ιούνιο η τιμή του ρεύματος για τα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένης της επιδότησης, μειώθηκε κατά 3% σε σχέση με τον Μάιο, αντανακλώντας κυρίως τη πτώση στις τιμές χονδρικής αλλά και κάποια μείωση στους φόρους. Η μέση τελική τιμή για τον καταναλωτή ήταν 25,71 σεντς/Kwh, εκ των οποίων το μέσο κόστος ενέργειας ήταν 16,97 ευρώ/MWh.
H τελική τιμή καταναλωτή στην Ελλάδα βρίσκεται πολύ κοντά στο μέσο όρο των 27 χωρών της ΕΕ, όπου η μέση συνολική τιμή διαμορφώθηκε τον Ιούνιο στα 25,82 σεντς/KWh εκ των οποίων το κόστος δικτύων ήταν 5,92 σεντς/KWh.
Η μείωση της τιμής λιανικής για τα νοκοκυριά που παρατηρήθηκε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ήταν αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης υποχώρησης της τιμής του ρεύματος στις εθνικές αγορές χονδρικής. Η ΗΕΡΙ αποδίδει την πτώση αυτή σε ένα συνδυασμό παραγόντων, πέραν της αποκλιμάκωσης της τιμής του αερίου και κυρίως, στη μειωμένη κατανάλωση, στις ήπιες καιρικές συνθήκες και την αύξηση της προσφοράς, ιδίως της ενέργειας που προέρχεται από τις ΑΠΕ. Τα έκτακτα μέτρα στήριξης που έλαβαν οι κυβερνήσεις των χωρών της Ευρώπης για να αντιμετωπίσουν την ενεργειακή κρίση, έχουν συμβάλει επίσης στη συγκράτηση των τιμών. Η ΕΕ πάντως έχει δηλώσει ότι η τρέχουσα κατάσταση δεν απαιτεί την παράταση των μέτρων στήριξης. Στο πλαίσιο αυτό η παρακολούθηση της μελλοντικής ενεργειακής πολιτικής και της στρατηγικής τιμολόγησης που θα ακολουθήσει κάθε χώρα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον για τη διαμόρφωση της μελλοντικής πορείας των τιμών λιανικής στο ρεύμα, επισημαίνει η ΗΕΡΙ.
Η Λουμπλιάνα (Σλοβενία) ήταν η μόνη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα όπου οι τιμές αυξήθηκαν και μάλιστα με ένα εντυπωσιακό 11% λόγω της επιστροφής του ΦΠΑ- που είχε μειωθεί με τα έκτακτα μέτρα- στα προ κρίσης επίπεδα. Από τις υπόλοιπες χώρες, η μεγαλύτερη πάντως μείωση, 13%, καταγράφηκε στη Στοκχόλμη, κυρίως λόγω της μεγάλης παραγωγής των ΑΠΕ, που έριξαν τις τιμές ακόμα ακόμα και σε μηδενικά επίπεδα για αρκετές ώρες επί αρκετές ημέρες. Στη Λισαβόνα οι τιμές μειώθηκαν 9%, στις Βρυξέλλες κατά 8%, στο Βίλνιους κατά 7% λόγω της μείωσης τόσο της τιμής χονδρικής όσο και της χρέωσης δικτύων, στη Λευκωσία, το Ελσίνικι, την Κοπενχάγη και τη Ρώμη, οι τιμές υποχώρησαν κατά 5%.
Μείωση κατά 3% καταγράφηκε στο Λονδίνο, τη Μαδρίτη, το Όσλο και τη Ρίγα, ενώ στο Άμστερνταμ το ρεύμα για τους οικιακούς καταναλωτές μειώθηκε 2%.
Σε απόλυτες τιμές, οι οικιακοί καταναλωτές στο Δουβλίνο και το Λονδίνο πληρώνουν τ το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη και ακολουθούν η Πράγα, η Ρώμη και το Βερολίνο. Στον αντίποδα, το φθηνότερο ρεύμα απολαμβάνουν οι κάτοικοι του Βελιγραδίου, της Βουδαπέστης και της Ποτγκόριτσα (Μαυροβούνιο). Γενικά στις χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης η τιμή του ρεύματος για οικιακή κατανάλωση τείνει να είναι χαμηλότερη του μέσου ευρωπαϊκού όρου, με εξαίρεση τη Πράγα, τη Ρίγα (Λετονία) και το Ταλίν (Εσθονία).
Πάντως, σε όρους αγοραστικής δύναμης η εικόνα αυτή ανατρέπεται. Σύμφωνα με το σχετικό δείκτη PPS που καταρτίζει η ΗΕΡΙ, τη χαμηλότερη τιμή ρεύματος έχουν το Οσλο, η Βαλέτα, η Βουδαπέστη και το Λουξεμβούργο, ενώ αντίθετα η υψηλότερη δαπάνη για το ρεύμα σε σχέση με το εισόδημά αντιστοιχεί στους κατοίκους της Πράγας, της Ρώμης και της Ρίγας.
Πτώση καταγράφηκε τον Ιούνιο και στην τιμή του φυσικού αερίου, χωρίς όμως αυτό να έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία για τα νοικοκυριά, αφού η κατανάλωση λόγω θέρους είναι εξαιρετικά περιορισμένη
Αξίζει να σημειωθεί, ότι μετά τη συνεχή αποκλιμάκωση των τιμών του φυσικού αερίου TTF, όλους τους προηγούομενους μήνες, ο δείκτης της ΗΕΡΙ για την τιμή του φυσικού αερίου λιανικής διαμορφώνεται πλέον στις 200 μονάδες, έναντι 351 μονάδων που είχε φθάσει στην αιχμή του ενεργειακής κρίσης, τον Οκτώβριο του 2022. Παρά την πτώση ο δείκτης εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με την προ της ενεργειακής κρίσης περίοδο. Χαρακτηριστικά, τον Ιανουάριο του 2021 βρισκόταν στις 87 μονάδες και τον Νοέμβριο του 2018 στις 103 μονάδες, πράγμα που δείχνει ότι στα τρέχοντα επίπεδα, με τη τιμή TTF στα 33-35 ευρώ/MWh, το αέριο παραμένει ακριβό.